Μανόλης Γ Μελιδονιώτης. Ξεκίνησε από τις Μέλαμπες και δημιούργησε στην Κέρκυρα μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις ξυλείας

0
509

Η «Ξυλεία Ξενοφών Σ. Σιμωνέτης ΑΕ» φέτος έγινε 70 ετών!

Το παλαιότερο Ξυλεμπορικό της Ελλάδας με την 4η γενιά ήδη ενεργή, είναι μια κερκυραϊκή επιχείρηση που όλοι γνωρίζουμε και οι περισσότεροι έχουμε κάτι προμηθευτεί από εκεί.

Με αφορμή αυτά τα ξεχωριστά γενέθλια της «Ξυλείας Σιμωνέτης», συναντηθήκαμε με τον Γιώργη Μελιδονιώτη και ξετυλίξαμε την ιστορία μιας από τις παλαιότερες οικογενειακές επιχειρήσεις της χώρας.

Η γλαφυρή του διήγηση κράτησε το ενδιαφέρον μου ασταμάτητα ζωηρό καθώς με ταξίδεψε σε μια εποχή της Κέρκυρας που αγαπώ λόγω δικών μου βιωμάτων αλλά πιο πολύ γιατί ανέδειξε όλα όσα οικοδόμησαν -κυριολεκτικά και μεταφορικά- τη σταθερότητα και την ανάπτυξη μιας οικογενειακής επιχείρησης στο πέρασμα του χρόνου.

Μοιράζομαι τη διήγηση του Γιώργη Μελιδονιώτη ως μαρτυρία μιας μεγάλης διαδρομής στο επιχειρείν και ως έμπνευση για τους νέους ανθρώπους που προσδοκούν να «χτίσουν» στο παρόν με το βλέμμα στο μέλλον:

Ο Μανόλης Μελιδωνιώτης, ήταν το παιδί μιας φτωχής οικογένειας στο χωριό Μέλαμπες του Ρεθύμνου Κρήτης, αδελφός του αντάρτη Μιχάλη Μελιδωνιώτη και της Μαρίας. Έμεινε ορφανός όταν ήταν ενός έτους. Μέσα στη μεγάλη δυσκολία της εποχής, ο Μανόλης αποφασίζει στα δεκαοχτώ του να διοριστεί στην Χωροφυλακή ως μόνιμος πενταετούς θητείας για βιοποριστικούς λόγους και για να βοηθήσει την οικογένειά του. Πέντε χρόνια ήταν αυτά, θα πέρναγαν, σκέφτηκε.

Η δράση όμως του αδελφού του ήταν ασύμβατη με την υπηρεσία του στη Χωροφυλακή, κι ο Μανόλης ζήτησε να τον μεταθέσουν στα Ιωάννινα, ώστε να είναι μακριά.

Αφού υπηρέτησε ένα διάστημα στα Γιάννενα, ζητά να έρθει στην Κέρκυρα.

Κι έρχεται.

Και ξεκινά η ιστορία.

Μάλλον οι ιστορίες: η ιστορία αγάπης με τη Σύλβια και η ιστορία του παλαιότερου ξυλεμπορικού της Ελλάδας.

Ο Μανόλης γνώρισε τη Σύλβια στο μικρό ξυλουργείο του πατέρα της Φώντα Σιμωνέτη στην καρδιά της πόλης. Ερωτεύτηκαν, έγιναν ζευγάρι, αγαπήθηκαν πολύ και σκέφτονταν μετά το πέρας της πενταετούς υπηρεσίας του Μανόλη να πάνε να ζήσουν στην Κρήτη.

Ο πατέρας της Σύλβιας, για να μην φύγει η αγαπημένη του μοναχοκόρη από κοντά του, υποχρεώνει τον Μανόλη να του υποσχεθεί ότι θα μείνουν στην Κέρκυρα και ανατρέπει τα σχέδιά τους.

Ο Μανόλης κρατά την υπόσχεσή του και ξεκινά να εργάζεται στο Ξυλουργείο Σιμωνέτη. Μαζί και η Σύλβια. Εργάζονται και οι δυο σκληρά. Ο Μανόλης έχει τις καινοτόμες ιδέες, η Σύλβια τις υλοποιεί μεθοδικά. Είναι τόσο αφοσιωμένοι στην εργασία που η Σύλβια διανύει όλη την εγκυμοσύνη της δουλεύοντας ενώ κόντεψε να γεννήσει το πρώτο τους παιδί μέσα στο ξυλουργείο.

Η χρονική περίοδος είναι ευνοϊκή.

Το ξυλουργείο εξελίσσεται.

Παράλληλα, η ανέλπιστη συμβολή του αντάρτη Μιχάλη Μελιδονιώτη αποδεικνύεται μεγάλη, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι της εργασίας, κυρίως οικοδόμοι, που είχαν ταλαιπωρηθεί στην περίοδο του Εμφυλίου στήριξαν τον Μανόλη και τη Σύλβια.

Το 1978 η ανοικοδόμηση ωθεί τον Μανόλη Μελιδονιώτη να ανοίξει ένα ακόμα ξυλεμπόριο εκτός της πόλης, στα Τρία Γεφύρια, εκεί όπου εδρεύει και σήμερα η επιχείρηση.

Η ιδέα της εξόδου από τα τότε εμπορικά σύνορα της πόλης, σε πολλούς φάνηκε αλλόκοτη. Αλλά αποδείχθηκε μια επιχειρηματική κίνηση μεγάλης διορατικότητας!

Σημαντικό ήταν ότι παράλληλα, η Σύλβια συνέχισε να κρατά το γνωστό στους Κερκυραίους Ξυλουργείο στην οδό Γερασίμου Μαρκορά, το οποίο λειτούργησε για δεκαετίες ως γέφυρα ανάμεσα στο Ξυλεμπορικό που διαρκώς μεγάλωνε και στους παλιούς αγαπητούς πελάτες της επιχείρησης.

Οι δύο γιοι του ζευγαριού στο μεταξύ, Φώντας και Γιώργης, μεγαλώνοντας μέσα ένα οικογενειακό κλίμα δημιουργικότητας και παραγωγικότητας αποφασίζουν και οι δυο να σπουδάσουν οικονομικά. Μετά τις σπουδές και τη στρατιωτική τους θητεία, πιάνουν κι οι δυο δουλειά στην αποθήκη της επιχείρησης.

Η επιχείρηση διαρκώς μεγαλώνει, η δουλειά είναι πολλή και σκληρή.

Η οικογένεια Μελιδονιώτη, πατέρας, μάνα και παιδιά μέρα με τη μέρα δημιουργούν μεθοδικά μια σύγχρονη επιχείρηση, με οργάνωση και αξιοπιστία. Μέσω της επιχείρησής τους, κρατούν ζωντανό και ακμάζον το Ξυλεμπόριο στην Κέρκυρα και το εξελίσσουν, διατηρώντας τιμητικά την επωνυμία «Ξυλεία Ξενοφών Σ. Σιμωνέτης Α.Ε.».

Ο νόμος της υποχρεωτικής τυπικής σκεπής των κερκυραϊκών οικοδομών τη δεκαετία του 1990 αυξάνει ακόμα περισσότερο τη χρήση της ξυλείας και τη δραστηριότητα του Ξυλεμπορικού.

Παράλληλα, η οικογένεια συνειδητοποιεί τις κινήσεις πρωτοπορίας που μπορούν να εγγυηθούν το μέλλον της επιχείρησης. Επενδύει σε βαριά μεταφορικά μέσα ξυλείας ώστε να έχει την αυτονομία να διαθέτει στις οικοδομές τα προϊόντα με ταχύτητα και συνέπεια. Στα νέα μέσα μεταφοράς ξυλείας, το 1995 προσθέτει και γερανοφόρα και πλέον αλλάζει ολοκληρωτικά τη λειτουργία της.

Είναι πια μια γρήγορη, αυτόνομη και αποτελεσματική επιχείρηση εμπορίου Ξυλείας με απεριόριστες δυνατότητες απόκρισης σε κάθε έργο κάθε μεγέθους.

Και μια που μιλάμε για μεγέθη, αξίζει να πούμε ότι το μέγεθος του πελάτη ποτέ δεν έπαιξε ρόλο στη σχέση της επιχείρησης με το κοινό. Στην Ξυλεία Σιμωνέτη αισθάνεται κανείς πολύ άνετα να ζητήσει δυο σανίδες όπως έκανε στο Ξυλουργείο της πόλης, και πιθανόν να πιάσει κουβέντα με τον Γιώργη όπως κάποτε συνέβαινε με τον πατέρα του, Μανόλη. Τότε που κάθε μεσημέρι έπαυε η δραστηριότητα για λίγη κρητική ρακή και κουβέντα.

Η σχέση με τους Κερκυραίους, ιδιώτες και επαγγελματίες, η επένδυση και η επανεπένδυση στην ίδια την επιχείρηση, η αποκλειστική συγκέντρωση στο ξυλεμπόριο και η αντίσταση στην ενασχόληση με τρίτες επιχειρηματικές δραστηριότητες, μαζί με την αδιάκοπη εξέλιξη, είναι τα θεμελιακά στοιχεία της «Ξυλείας Σιμωνέτη».

Με αυτά πορεύτηκε ως τη χρυσή χρονιά του 2008.

Στη συνέχεια, η οικονομική κρίση περιόρισε την εξέλιξή της αλλά χωρίς απώλειες, καθώς η επιχείρηση δεν είχε ποτέ προχωρήσει σε δανεισμό.

Τα 11 χρόνια της οικονομικής κρίσης αντιμετωπίστηκαν συντηρητικά, με ίδια, περιορισμένα κεφάλαια.

Στα χρόνια αυτά η τέταρτη γενιά εισέρχεται στην επιχείρηση.

Το 2015 ξεκινά ο Μανώλης και λίγο αργότερα ο Φραντζής, και οι δύο απόφοιτοι Οικονομικών Επιστημών.

Η ελληνική οικονομία ανακάμπτει και οι δυο νέοι, απαντούν με τη σειρά τους στις απαιτήσεις της εποχής τους.

Προμηθεύονται καινοτόμα υλικά, καινούργια αυτοκίνητα και νέα μηχανήματα.

Το 2ο κύμα της ελληνικής ανοικοδόμησης βρίσκει την Ξυλεία Μελιδονιώτη έτοιμη να ανταποκριθεί σε υψηλές απαιτήσεις και μεγάλο αριθμό κατασκευών.

Σήμερα, η κερκυραϊκή επιχείρηση που είναι γνωστή σε όλη την Ελλάδα, γεμίζει το λιμάνι με καράβια γεμάτα ξυλεία από τη Σουηδία ενώ οι εγκαταστάσεις της βρίσκονται σε ζωηρό οργασμό έξι μέρες την εβδομάδα.

Συνοδοιπόροι της ήταν και παραμένουν οι εργαζόμενοι της επιχείρησης, άνθρωποι που αποτελούν μέρος της οικογένειας, που με την εργασία τους έχουν συμβάλει στην επιτυχία και οι ίδιοι αισθάνονται ικανοποιημένοι και ασφαλείς.

Έφυγα από τη συνάντηση με τον Γιώργη Μελιδωνιώτη με μια μεγάλη χαρά. Χαρά γιατί η διήγηση του ανέδειξε ότι η ηθική και το «επιχειρείν» μπορούν να συνυπάρχουν και όταν συνυπάρχουν, συνήθως οικοδομούν το μέλλον. Χαρά γιατί πιστεύω πολύ στους ανθρώπους και στην περίπτωση της «Ξυλείας Σιμωνέτη», οι άνθρωποι και όχι οι αριθμοί είναι εκείνοι που την κάνουν να ακμάζει διαρκώς.

Χαρά γιατί αυτοί οι Κερκυραίοι με το κρητικό πείσμα είναι ζωντανά κύτταρα, δραστήρια μέλη της κοινωνίας μας παρά την πολύ μεγάλη επιχειρηματική τους ανάπτυξη.

Κι ακόμα μεγαλύτερη χαρά γιατί η συνέχεια προβλέπεται ανθηρή μέσα από τις ίδιες αξίες, σε μια εποχή που κυριαρχεί η σκληρότητα και η ωμή οπτική στα πράγματα.

Ευχές πολλές,

μια μέρα η Ξυλεία Σιμωνέτη να σβήσει κεράκια τριψήφιου αριθμού έχοντας κι αυτή συμβάλει σε έναν καλύτερο κόσμο!

Podcast
ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ
Αλίκη Κατσαρού

 

Σημείωση: Ο Μανόλης Μελιδονιώτης έφυγε απο τη ζωή τον Ιούνιο του 2022, σε ηλικία 95 ετών. Δες σχετικό άρθρο

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ